H Αυστριακή «Κουρίρ» αποθεώνει τα Ζαγοροχώρια και τα Μετέωρα [εικόνες]

Μία άγνωστη πλευρά της Ελλάδας, την «καλά κρυμμένη περιοχή των Ζαγοροχωρίων, που με τις άγριες ομορφιές της προσκαλεί εκείνους που αναζητούν την ηρεμία αλλά και την περιπέτεια», όπως επίσης την «πολυσύχναστη από τουρίστες

από όλο τον κόσμο» περιοχή των Μετεώρων, παρουσιάζει σε εκτενές
αφιέρωμα της η αυστριακή εφημερίδα «Κουρίρ».

Το δισέλιδο αφιέρωμα, συνοδευόμενο από σειρά φωτογραφιών, βρίσκεται στο ειδικό ένθετο της εφημερίδας που κυκλοφόρησε την Πέμπτη με την ευκαιρία της Διεθνούς Εκθεσης Τουρισμού της Βιέννης (14-17 Ιανουαρίου) – τη μεγαλύτερη τουριστική έκθεση στην Κεντρική Ευρώπη — στην οποία η Ελλάδα συμμετέχει με περίπτερο του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού και συνεκθετών του και στην οποία αναμένονται πάνω από 150.000 επισκέπτες.

Στο αφιέρωμα παρατίθεται περιγραφή «του φυσικού, μέχρι άγριου κάλλους» της διαδρομής της οροσειράς της Πίνδου προς τα 46 Ζαγοροχώρια, που υπάγονται στην Πολιτιστική Κληρονομιά της ΟΥΝΕΣΚΟ, με τα παλαιότερα από αυτά να υπάρχουν από το 1400, ενώ τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, έρχονται εκεί ολοένα και περισσότεροι νέοι Ελληνες και ασχολούνται με τον τουρισμό.

Οι επισκέπτες της περιοχής αναζητούν εκεί τις μοναδικές σε βιώματα διακοπές, από τις ορειβασίες σε υψώματα έως και 2.500 μέτρα, την περιήγηση στο φαράγγι του Βίκου, το οποίο έχει καταγραφεί στο Βιβλίο Ρεκόρ Γκίνες ως το με το μεγαλύτερο βάθος στον κόσμο, μέχρι το «ράφτινγκ» στον ποταμό Βοιδομάτη, «με τα σμαραγδένια νερά του, τα καθαρότερα νερά στην Ελλάδα», ή ακόμη τις πανέμορφες γέφυρες που ενώνουν τα χωριά μεταξύ τους.

Αναφορές γίνονται, μεταξύ άλλων, στα κομψά με ανέσεις ξενοδοχεία που όμως φιλοξενούνται σε παραδοσιακά, άρτια ανακαινισμένα, πέτρινα κτίρια και όχι σε μοντέρνες κατασκευές, στην «θαυμάσια σπιτική κουζίνα» που προσφέρεται στις ταβέρνες και τα εστιατόρια.

Ακολουθούν περιγραφές των Μετεώρων με τα 24 μοναστήρια τους, που ιδρύθηκαν μεταξύ του 14 ου και 16 ου αιώνα πάνω στους τεράστιους και απροσπέλαστους για τους εχθρούς βράχους και που σήμερα αποτελούν πόλο έλξης για τουρίστες από όλο τον κόσμο, οι οποίοι μπορούν εκεί να θαυμάσουν πολύτιμους θησαυρούς ολόκληρων αιώνων.

Τέλος, αναφορά γίνεται στα Τρίκαλα και στις προσφορές που βιώνει εκεί ο επισκέπτης — από τον πεζόδρομο, τα αναρίθμητα καφέ και τις ταβέρνες, την κλασική ελληνική μουσική του μπουζουκιού, μέχρι τα τοπικά παραδοσιακά εδέσματα, το τσίπουρο και «όλο αυτό το συναίσθημα της Ελλάδας, για το οποίο οι τουρίστες αγαπούν τη χώρα».

Το αφιέρωμα συνοδεύεται από πολλές πληροφορίες και προτάσεις, ως προς τη μετάβαση στην περιοχή — π.χ. με πτήση από τη Βιέννη προς Αθήνα ή Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια μετάβαση αεροπορικώς ή οδικώς στα Ιωάννινα – για τις δυνατότητες διαμονής αλλά και εκδρομών στις γύρω περιοχές.